Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2014

ΟΛΙΚΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΓΙΑ 4 ΜΕΣΟΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΣΕ ΚΡΗΤΗ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟ.

Τέσσερα μεσοβυζαντινά μνημεία, δύο στην Κρήτη και δύο στην Κύπρο, αναδείχθηκαν με τα έργα που έγιναν στο πλαίσιο του προγράμματος Διασυνοριακής Συνεργασίας Ελλάδα - Κύπρος «Ευμάθιος Φιλοκάλης».

Στις 21 Μαρτίου θα πραγματοποιηθεί, στο Ρέθυμνο, ημερίδα για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων του προγράμματος.
Τα μεσοβυζαντινά μνημεία στην Κρήτη είναι οι ναοί του Αγίου Ευτυχίου στο Χρωμοναστήρι Ρεθύμνου και της Παναγίας στην Πατσώ Αμαρίου, επίσης στο Ρέθυμνο. Στην Κύπρο, είναι οι ναοί της Αγίας Μαρίνας Καντού και της Παναγίας Κοφίνου, και οι δύο του 11ου αιώνα.

Ο ναός του Αγίου Ευτυχίου στον οικισμό Χρωμοναστήρι Ρεθύμνου.
Η χρηματοδότηση των έργων - που περιελάμβανε ανασκαφές, ολική αποκατάσταση των μνημείων, προληπτική συντήρηση των αποκαλυφθέντων ερειπίων και διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου - έγινε κατά 80% από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΤΠΑ) και κατά 20% από εθνική συμμετοχή.

Κρήτη
Ο ναός του Αγίου Ευτυχίου βρίσκεται στον οικισμό Χρωμοναστήρι του Ρεθύμνου, που αποτελεί έναν από τους πιο ενδιαφέροντες οικισμούς του Νομού εξαιτίας του αρχιτεκτονικού του πλούτου, και για το λόγο αυτό κηρύχθηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο στο σύνολό του.
Ο ναός της Γέννησης της Παναγίας, Πατσώ Αμαρίου.
Ο ναός της Γέννησης της Παναγίας, Πατσώ Αμαρίου, είναι ένα από τα σημαντικότερα μνημεία του Ρεθύμνου. Παρότι σώζεται σε ερειπιώδη κατάσταση, εντυπωσιάζει μέχρι και σήμερα τον επισκέπτη με το μέγεθός του και τον πλούτο του γλυπτού αρχιτεκτονικού διακόσμου του.

Κύπρος

Στον ναό της Αγίας Μαρίνας στο χωριό Καντού, κοντά στην Λεμεσό, διακρίνονται τρεις φάσεις, εκ των οποίων η αρχαιότερη έχει χρονολογηθεί με τεχνοτροπικά κριτήρια στα μέσα του 11ου αιώνα, ενώ η νεότερη στον 15ο αιώνα.
Η εκκλησία της Παναγίας Κοφίνου, στην επαρχία Λάρνακας.
Η εκκλησία της Παναγίας Κοφίνου, στην επαρχία Λάρνακας, η οποία είχε κηρυχθεί αρχαίο μνημείο από το 1935, αποτελεί μαζί με τα ερείπια της Αγίας Μαρίνας και του Αγίου Ηρακλείου στα βορειοδυτικά, τμήμα μίας εκτεταμένης εγκατάστασης των πρωτοβυζαντινών χρόνων. Στον τόπο αυτό, κατά τον αρχιμανδρίτη Κυπριανό, είχε την έδρα του σε απροσδιόριστο χρόνο ο επίσκοπος Ηράκλειος, ένας από τους «αγίους ξένους, όπου εκατώκισαν εις την Νήσον».

Πηγή: naftemporiki.gr

ΝΕΑ ΜΕΘΟΔΟΣ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ ΑΠΟ ΜΕΓΑΛΗ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΟΜΑΔΑ ΤΩΝ ΗΠΑ ΜΕ ΕΠΙΚΕΦΑΛΗΣ ΔΙΑΚΕΚΡΙΜΕΝΟ ΕΛΛΗΝΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΑ



epistimonas

Οι ερευνητές δοκιμάζουν ένα μη επεμβατικό τεστ, το οποίο ελέγχει το αίμα για ίχνη από την κυκλοφορία του DNA τυχόν όγκου. Οι επιστήμονες, με επικεφαλής τον Νικόλα Παπαδόπουλο της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Τζον Χόπκινς της Βαλτιμόρης, διαπίστωσαν ότι οι περισσότεροι όγκοι, ακόμα και αυτοί που δεν έχουν κάνει μετάσταση σε άλλο σημείο του σώματος, απελευθερώνουν ένα μέρος από το γενετικό υλικό τους, που εισέρχεται στην κυκλοφορία του αίματος του ασθενούς, σε επίπεδα που μπορεί να είναι ανιχνεύσιμα.

Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο ιατρικό περιοδικό “Science Translational Medicine”, δείχνει ότι DNA του όγκου κυκλοφορεί στο αίμα (ctDNA) και μπορεί να αποτελέσει αξιόπιστο βιοδείκτη για πολλές μορφές καρκίνου. Μάλιστα, σύμφωνα με τους ερευνητές, στο μέλλον θα είναι δυνατό με ένα απλό τεστ αίματος να ανιχνεύονται πολλοί όγκοι στο αρχικό στάδιό τους, πράγμα που θα αυξάνει τις πιθανότητες θεραπείας του ασθενούς.
Το πλεονέκτημα ενός τέτοιου τεστ είναι ότι θα επιτρέπει στους γιατρούς να παρακολουθούν διαχρονικά με εύκολο τρόπο τις συνεχείς αλλαγές και μεταλλάξεις που υφίστανται τα κύτταρα ενός όγκου (π.χ. όταν εμφανίζει αντίσταση σε ένα αντικαρκινικό φάρμακο), αντίθετα με τη σημερινή στατική εικόνα που παρέχει η συμβατική βιοψία ενός όγκου.Επίσης είναι σημαντικό ότι το νέο τεστ δεν θα είναι επεμβατικό όπως μια βιοψία. Η ανακάλυψη μη επεμβατικών μεθόδων για τη διάγνωση και παρακολούθηση των όγκων αποτελεί πραγματική πρόκληση για την ογκολογία.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δείγματα ctDNA σε 640 ασθενείς με διάφορες μορφές καρκίνου. Διαπίστωσαν ότι το γενετικό υλικό των όγκων ήταν ανιχνεύσιμο στο αίμα άνω του 75% των ασθενών με προχωρημένο καρκίνο του παγκρέατος, των ωοθηκών, του εντέρου, της ουροδόχου κύστης, του οισοφάγου, του μαστού, του ήπατος και του δέρματος (μελάνωμα). Όμως το ctDNA ήταν ανιχνεύσιμο σε λιγότερους από τους μισούς (κάτω του 50%) ασθενείς με καρκίνο του εγκεφάλου, των νεφρών, του προστάτη και του θυροειδούς. Σε ασθενείς με λιγότερο προχωρημένο καρκίνο, οι οποίοι είχαν τοπικούς μόνο όγκους, το DNA του όγκου στο αίμα ήταν ανιχνεύσιμο σε ποσοστό 73% για τον καρκίνο του εντέρου, 57% για τον γαστροισοφαγικό, 48% του παγκρέατος και 50% του μαστού (αδενοκαρκίνωμα). Στη νέα έρευνα συμμετείχε και ο επίσης ελληνικής καταγωγής Εμμανουήλ Αντωναράκης.
πηγή: http://usa.greekreporter.gr/